Ο Κλινικός Ψυχολόγος
Ορισμός της Κλινικής Ψυχολογίας
Η Κλινική Ψυχολογία ορίζεται ως ένας εφαρμοσμένος Κλάδος της Ψυχολογίας, ο οποίος μελετά κατ’ εξοχήν την αποκλίνουσα συμπεριφορά, ασχολείται δηλαδή κυρίως με την ψυχική αρρυθμία (Heiden & Hersen, 1997. Marzillier & Hall, 1999). Αντικείμενο αυτού του εφαρμοσμένου Κλάδου της Ψυχολογίας είναι η πρόληψη, η αξιολόγηση (διάγνωση), η τροποποίηση και η αποκατάσταση των διαταραχών του συναισθήματος, των γνωστικών μηχανισμών και της εξωτερικευμένης συμπεριφοράς σε άτομα (ή ομάδες) που δυσλειτουργούν. Η Κλινική Ψυχολογία υιοθετεί το βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο για όλα τα επίπεδα δράσης της (Comer, 1995. Kryspin-Exner & Steger-Wuchse, 2001. Gilbert, 2002). Έτσι η απόκλιση ή δυσλειτουργία μελετάται με έναν ολοκληρωμένο, ολιστικό τρόπο, αφού αξιολογούνται και αξιοποιούνται δεδομένα από το βιολογικό, σωματικό και ψυχικό εαυτό, κι όλα αυτά σε συνάρτηση με κοινωνικές παραμέτρους. Το μοντέλο αυτό τείνει να υιοθετηθεί και από όλους τους επιστημονικούς κλάδους που ασχολούνται με τον άνθρωπο και την ψυχική και βιολογική του υγεία (Τούντας και συν., 2007).
Το έργο του Κλινικού Ψυχολόγου
Ο Κλινικός Ψυχολόγος είναι κατ’ αρχήν Ψυχολόγος, ο οποίος έχει εκπαιδευτεί κατάλληλα, έτσι ώστε να χρησιμοποιεί τις αρχές των ψυχολογικών θεωριών και τα ευρήματα των ψυχολογικών ερευνών κατά την άσκηση του κλινικού του έργου. Ο Κλινικός Ψυχολόγος ακολουθεί το μοντέλο του επιστήμονα – επαγγελματία (Corrie & Callahan, 2000. Shapiro, 2002. BPS: http://www.bps.org.uk, EFPA: http://www.efpa.eu). Συνδυάζει επομένως τις καλές θεωρητικές ψυχολογικές του γνώσεις με εφαρμογές σε τομείς των αρμοδιοτήτων του. Βασικές του αρμοδιότητες είναι η αξιολόγηση, η διάγνωση και η παρέμβαση (συμπεριλαμβανομένης και της Ψυχοθεραπείας), καθώς και η έρευνα και η ανάπτυξη ψυχοκοινωνικών προγραμμάτων πρόληψης, παρέμβασης και αποκατάστασης.
Ειδικότερα για την αξιολόγηση, εφαρμόζονται κλινικές μέθοδοι, όπως π.χ. κλινική συνέντευξη, συστηματική παρατήρηση και ψυχομετρικές δοκιμασίες που διερευνούν ειδικά κλινικά ερωτήματα. Ο Κλινικός Ψυχολόγος αξιολογεί το εξελικτικό επίπεδο του ατόμου, τη νοημοσύνη, τη συμπεριφορά, τις γνωστικές λειτουργίες, τη λειτουργία του συναισθήματος και την κοινωνική αλληλεπίδραση ατόμου, ζεύγους, οικογένειας ή και ομάδων. Τέλος ο Κλινικός Ψυχολόγος συνθέτει τα ευρήματα από την αξιολόγηση και διατυπώνει σχετικές ερμηνείες και υποθέσεις.
Όσον αφορά τη διάγνωση, ο Κλινικός Ψυχολόγος χρησιμοποιεί τα πορίσματα και τις ερμηνείες της αξιολόγησης για να διαμορφώσει το διαγνωστικό προφίλ σχετικά με τη νοημοσύνη, τις γνωστικές, συναισθηματικές, κοινωνικές λειτουργίες, και αυτές της συμπεριφοράς, καθώς και το είδος και το επίπεδο των ψυχικών δυσλειτουργιών. Ως μέλος διεπιστημονικής ομάδας συνήθως, αλλά και αυτόνομα, συμβάλλει σε διαγνώσεις σύμφωνα με διεθνώς αναγνωρισμένα κριτήρια, όπως τα Διαγνωστικά Κριτήρια DSM-IV-TRTM ή το ICD. Σε πολλές περιπτώσεις γίνονται και ανεπίσημες «διαγνώσεις», όπου με περιγραφικό τρόπο διατυπώνεται το επίπεδο της λειτουργικότητας και οι ελλείψεις της.
Η παρέμβαση τέλος (και μετά τη λήξη της η αποκατάσταση) θεωρείται η βασικότερη δραστηριότητα του Κλινικού Ψυχολόγου. Η ψυχολογική παρέμβαση βασίζεται στην ικανότητα δημιουργίας καλής θεραπευτικής σχέσης και στη διατήρηση της σχέσης αυτής. Σκοπός κάθε κλινικής παρέμβασης, η οποία γίνεται με λεκτικό τρόπο, είναι να ενδυναμώσει τον πελάτη να πάρει τις πιο λειτουργικές για εκείνον αποφάσεις και να αποκτήσει έναν ικανοποιητικό έλεγχο της ζωής του. Υπάρχει μεγάλη ποικιλία στην επιλογή πιθανών μεθόδων κλινικής παρέμβασης. Ο Κλινικός Ψυχολόγος όμως έχοντας εκπαιδευτεί σύμφωνα με το μοντέλο του επιστήμονα – επαγγελματία και ακολουθώντας το μοντέλο αυτό χρησιμοποιεί μόνο αυτές που έχουν ελεγχθεί επιστημονικά, είναι δηλαδή αποδεδειγμένα οι πλέον ενδεδειγμένες και αποτελεσματικές σύμφωνα με τα κριτήρια της επιστημονικά τεκμηριωμένης έρευνας (βλ. π.χ. το Ειδικό τεύχος του Περιοδικού Journal of Clinical Psychology το οποίο είναι αφιερωμένο στην επιστημονικά τεκμηριωμένη κλινική πρακτική, Vol. 63, 2007, και ειδικότερα το άρθρο της Bonnie Spring).
Η κλινική έρευνα είναι αναπόσπαστη δραστηριότητα του Κλινικού Ψυχολόγου που δραστηριοποιείται είτε σε ακαδημαϊκό είτε σε κλινικό πλαίσιο, και μπορεί να είναι τόσο προσανατολισμένη στη θεωρία όσο και στην πράξη. Ο Κλινικός Ψυχολόγος μπορεί ως μέρος των δραστηριοτήτων του να σχεδιάζει, να διεξάγει και να αξιολογεί κλινικές μελέτες, να διερευνά την αποτελεσματικότητα παρεμβάσεων, όπως και να διεξάγει έρευνες με σκοπό τη διασφάλιση της ποιότητας του παρεχόμενου έργου (Jeardi & Roberts, 2003).
Ο Κλινικός Ψυχολόγος τα τελευταία χρόνια συμμετέχει ή διευθύνει ψυχοκοινωνικά προγράμματα πρόληψης, παρέμβασης και αποκατάστασης, συνεργαζόμενος στενά με άλλες ομάδες επαγγελματιών ψυχικής υγείας (π.χ. προγράμματα αποασυλοποίησης, ψυχοεκπαίδευση οικογενειών σχιζοφρενών κ.ά.).
Ομοιότητες και διαφορές της Ψυχοθεραπείας με την Κλινική Ψυχολογία
Στις αρχές του 21ου αιώνα η Κλινική Ψυχολογία και η «Ψυχοθεραπεία» συνυφαίνονται με μια διαδικασία διαφοροποίησης αλλά και ενοποίησης. Η διαδικασία αυτή όμως δεν καθορίζεται μόνο από το περιεχόμενο αλλά και από εξωτερικούς παράγοντες, όπως είναι η πολιτική (πολιτική για τα επαγγέλματα και την υγεία -σωματική και ψυχική-), η οικονομία (αγορά εργασίας) και η κοινωνία (δημογραφικές αλλαγές, παγκοσμιοποίηση).
Οι ψυχολογικές παρεμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης και της «Ψυχοθεραπείας» αποτέλεσαν και αποτελούν βασικό έργο των Κλινικών Ψυχολόγων, είναι δηλαδή ένα από τα πιο κεντρικά θέματα που απασχόλησαν και απασχολούν την Κλινική Ψυχολογία. Ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες συμφωνούν με την άποψη ότι μερικές μορφές Ψυχοθεραπείας ταυτίζονται με την Κλινική Ψυχολογία και ρυθμίζουν το θέμα νομοθετικά. Άλλες πάλι προσπαθούν να διαχωρίσουν την «Ψυχοθεραπεία» από την Κλινική Ψυχολογία, και μάλιστα μέσω νομικών διατάξεων. Το θέμα του διαχωρισμού ή της ενοποίησης, όπως και το θέμα των ορίων και των επικαλύψεων είναι πολύ σημαντικό, όχι μόνο για την επιστήμη της Ψυχολογίας, αλλά γενικότερα για την προαγωγή της ψυχικής υγείας. Ο Adams (1984) επισημαίνει τον κίνδυνο της προσωπικής επένδυσης των Ψυχολόγων σε θεωρητικές προσεγγίσεις και υπερθεματίζει την επιστημονική προσέγγιση της Ψυχολογίας που βασίζεται στην επιστημονικά τεκμηριωμένη έρευνα (evidence based research). «Αυτό σημαίνει επιστροφή σε μια ορθολογική ή ρεαλιστική φιλοσοφία της επιστήμης (Manicas & Second, 1983) κι όχι στην αποδοχή μιας παραδειγματικής θεώρησης (Kuhn, 1971)» (Davis & Adams, 1997, σελ. 78). Για την Κλινική Ψυχολογία, λοιπόν, μπορούμε να διαπιστώσουμε γενική αποδοχή της επιστημονικής αξίας του έργου της. Για την «Ψυχοθεραπεία» όμως οι σχετικές συζητήσεις/ αντιπαραθέσεις βρίσκονται σε εξέλιξη, και μάλιστα στους κόλπους των ίδιων των «Ψυχοθεραπευτών» (Young & Heller, 2000).
Στο πλαίσιο της παραπάνω συζήτησης ορισμένες ουσιαστικές ομοιότητες μεταξύ Κλινικής Ψυχολογίας και «Ψυχοθεραπείας» είναι:
α) Το αντικείμενο. Τόσο η Κλινική Ψυχολογία όσο και η «Ψυχοθεραπεία» ασχολούνται με την ψυχική αρρυθμία, δηλαδή την ψυχική δυσλειτουργία ατόμων ή ομάδων. Η ψυχική δυσλειτουργία εκφράζεται με διαταραχές του συναισθήματος, των γνωστικών διεργασιών και της εξωτερικευμένης συμπεριφοράς.
β) Ο αποκλειστικός τρόπος παρέμβασης μέσω του λόγου. Οι μέθοδοι της Κλινικής Ψυχολογίας και της «Ψυχοθεραπείας» βασίζονται σε μια λεκτική συναλλαγή.
γ) Το φάσμα της ψυχικής δυσλειτουργίας. Τόσο η Κλινική Ψυχολογία όσο και η «Ψυχοθεραπεία» ασχολούνται με όλο το φάσμα της ψυχικής αρρυθμίας. Παλιότερες επισημάνσεις σχετικά με τη σοβαρότητα της ψυχικής δυσλειτουργίας, οι οποίες τόνιζαν ότι η «Ψυχοθεραπεία» ασκείται μόνο σε περιπτώσεις βαριάς μορφής ψυχικής αρρυθμίας, που κατά κανόνα χρήζουν μακροχρόνιας παρέμβασης, φαίνεται ότι δεν ισχύουν πλέον.
δ) Κοινές επιρροές από ψυχολογικές θεωρίες. Θεωρητικά ψυχολογικά μοντέλα, τα οποία επηρέασαν και επηρεάζουν την επιστήμη της Ψυχολογίας γενικότερα, διαδραμάτισαν και διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της Κλινικής Ψυχολογίας και στη δημιουργία των διαφόρων μορφών της «Ψυχοθεραπείας».
Ως ουσιαστικές διαφορές τέλος, μεταξύ Κλινικής Ψυχολογίας και «Ψυχοθεραπείας», μπορούμε να θεωρήσουμε:
α) Το επιστημονικό πλαίσιο. Η Κλινική Ψυχολογία είναι ένας εφαρμοσμένος Κλάδος της Ψυχολογίας, ενώ η «Ψυχοθεραπεία» δεν είναι. Η Κλινική Ψυχολογία, ως εφαρμοσμένος Κλάδος της Επιστήμης της Ψυχολογίας, αντλεί τα δεδομένα της από τους βασικούς Κλάδους της (Πειραματική, Γνωστική, Αναπτυξιακή, Κοινωνική Ψυχολογία, Ψυχολογία της Προσωπικότητας, Νευροψυχολογία, κ.ά.), και τα προσαρμόζει στις ειδικές προκλήσεις που ανακύπτουν στο χώρο της ψυχικής αρρυθμίας. Τόσο για την προσαρμογή των δεδομένων αυτών, όσο και για τον έλεγχο των αποτελεσμάτων, οφείλει η Κλινική Ψυχολογία να ακολουθεί πιστά τους κανόνες που διέπουν τη μεθοδολογία της έρευνας, η οποία χρησιμοποιείται στη βασική έρευνα της Ψυχολογίας. Η «Ψυχοθεραπεία» δεν είναι εφαρμοσμένος Κλάδος της Ψυχολογίας. Κάθε μία από τις υπάρχουσες Ψυχοθεραπευτικές Σχολές/ Κατευθύνσεις ακολουθεί διαφορετικό θεωρητικό υπόβαθρο και δεν οφείλει να λάβει υπόψη της τα δεδομένα από τους βασικούς Κλάδους της Ψυχολογίας. Η «Ψυχοθεραπεία» δεν οφείλει επίσης να ακολουθήσει τους κανόνες που διέπουν τη μεθοδολογία της έρευνας για να ελέγχει το είδος και την ποιότητα των χειρισμών της.
β) Το Εκπαιδευτικό πλαίσιο. Ο Κλινικός Ψυχολόγος ακολουθεί το μοντέλο του επιστήμονα-επαγγελματία (Cheshire & Pilgrim, 2004, κυρίως σελ. 35- 41), και είναι Ψυχολόγος. Η «Ψυχοθεραπεία» ασκείται εκτός από Ψυχολόγους και από άλλους επαγγελματίες ψυχικής υγείας (Ψυχιάτρους, Παιδοψυχιάτρους, Λειτουργούς Κοινωνικής Εργασίας, Ψυχιατρικούς Νοσηλευτές κ.ά.), αλλά και Εκπαιδευτικούς ή άλλους Επαγγελματίες.
Α. Καλαντζη-Αζίζι & Ε. Χ. Καραδήμας, (2009). «Η σχέση της Κλινικής Ψυχολογίας με τους Εφαρμοσμένους Κλάδους της Ψυχολογίας και την Ψυχοθεραπεία». Ελληνική Ψυχολογική Εταιρία. http://www.clinicalhealthpsychology.gr/FILES/Clinical-divisions-psychotherapy.pdf