Μετάβαση στο περιεχόμενο

Η Έμφυλη Βία ως Κοινωνική Πρακτική

3, Φεβρουαρίου, 2024

Εκδήλωση – Έμφυλη Βία και Γυναικοκτονίες – Πρωτοβουλία για Ένα Πολύμορφο Κίνημα στην Ψυχική Υγεία – 19/01/24

Γιούλη Τσίρτογλου (κλινική ψυχολόγος)

***

Aρχικά να ευχαριστήσω την Πρωτοβουλία για την διοργάνωση αυτής της εκδήλωσης. Την θεωρώ σημαντική για έναν χώρο που αγωνίζεται για την σύνδεση πολιτικής και ψυχικής υγείας σε μια χώρα που τέτοιου είδους συνδέσεις δεν είναι καθόλου δεδομένες – ειδικά αν συμπεριλάβουμε τον παράγοντα φύλο και δη από μια φεμινιστική σκοπιά. Αν και προτιμώ τις συζητήσεις από τις εισηγήσεις γιατί οι συζητήσεις είναι αυτές που νομίζω ότι βοηθούν περισσότερο την κατανόηση, θα πω δυο τρία πράγματα που από την θέση μου έχουν γίνει βασικά στην επεξεργασία ερωτημάτων σχετικά με την ΕΒ.

Να διευκρινίσω ότι δεν θα μιλήσω ως ψυχολόγος γενικά και ουδέτερα, αλλά ως cis straight, αρτιμελής, γυναίκα, λευκη, εργατρια και συνεργάτιδα, μητέρα και κόρη και αδερφή και φίλη και ερωτική σύντροφισσα, αλλά και πολιτική συντρόφισσα, φεμινίστρια, στον χώρο της Αυτονομίας, έχοντας συμμετάσχει ενεργά σε κοινωνικές πρακτικές έμφυλης βίας προσπαθώντας να κρατάω μια αντιπατριαρχική, αντισεξιστική και φεμινιστική λογική.

Θεωρώ σημαντικό να κάνω αυτές τις διευκρινίσεις που σκιαγραφούν την κοινωνική θέση από την οποία συμμετέχω και εδώ σήμερα γιατί αντίστοιχα είμαι της άποψης ότι η κοινωνική μας θέση παίζει ρόλο στο πώς, στον τρόπο δηλαδή, που συμμετέχουμε στον αγώνα ενάντια στην πατριαρχία.

Είναι σημαντικό δηλαδή για εμένα να γίνεται ορατό ότι ο αγώνας ενάντια στην πατριαρχία όπως και η ΕΒ δεν αφορά την συμμετοχή μας σε ένα, συγκεκριμένο κοινωνικό πλαίσιο της καθημερινής ζωής, λ.χ. το πολιτικό, θεσμικό, το οικογενειακό ή το επαγγελματικό, αλλά την συμμετοχή μας σε διάφορες κοινωνικές πρακτικές και όλους εκείνους τους πάρα πολλούς και απλούς φαινομενικά και αόρατους συχνά τρόπους, όλες τις καθημερινές μας ρουτίνες – από την κατανάλωση και την συνθήκες εργασίας μας μέχρι την αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου, την ψυχοθεραπεία αλλά και την συμμετοχή μας στα κινήματα – με τις οποίες μαθαίνουμε και συνηθίζουμε να ζούμε τις καθημερινές μας ζωές ανάλογα με το φύλο το δικό μας ή των άλλων.

Αφορά, δηλαδή, μία προς μία όλες εκείνες τις δράσεις μας με τις οποίες όλες και όλοι και όλα μαθαίνουμε να αναπαράγουμε τα πολλά και διάφορα σεξιστικά στερεότυπα – εκείνες τις δράσεις μας που αποτελούν συχνά με έναν αντιφατικό τρόπο και εξαναγκασμούς και επιλογές. Ο αγώνας ενάντια στην πατριαρχία, δηλαδή, αφορά το πώς οργανώνουμε την κοινωνική (και πολιτική) μας συμμετοχή και το πώς οργανωνόμαστε και συλλογικά – όπως πολύ καλά τίθεται και το ερώτημα της σημερινής εκδήλωσης.

Αυτό το πώς πρώτα απ’όλα για εμένα περιλαμβάνει την ενεργή αποδόμηση και κατάργηση τριών κυρίαρχων πρακτικών.

Η πρώτη είναι αυτή της εξατομίκευσης και της ψυχολογιοποίησης της ΕΒ.

Μέσω της εξατομίκευσης και την ψυχολογιοποίησης της ΕΒ οι εμπειρίες ΕΒ γίνονται αντιληπτές και προβάλλονται ως ατομικές ψυχολογικές εμπειρίες που αφορούν συγκεκριμένα άτομα και τον ψυχικό τους κόσμο. Με άλλα λόγια, η ΕΒ γίνεται αντιληπτή ως κάτι που μία γυναίκα για παράδειγμα βιώνει επειδή κάτι συνέβη στην δική της ζωή ειδικά και αφορά τα δικά της ειδικά, ατομικά και ψυχολογικά χαρακτηριστικά όπως για παράδειγμα το αν έχει χαμηλή αυτοεκτιμήση, το αν βάζει ή δεν βάζει όρια ή το αν είναι φλύαρη όπως πολύ σεξιστικά είπε ο κος Τζούμας για να εξηγήσει τις γυναικοκτονίες.

Αντίθετα, η ΕΒ είναι σημαντικό να γίνεται αντιληπτή ως ένα κοινωνικό προϊόν, συνέπεια, δηλαδή, του τρόπου που οι κοινωνίες μας είναι δομημένες εδώ και πάρα πάρα πολλά χρόνια. Είναι ένα απόλυτα κοινό και κοινωνικό βίωμα με διάφορες παραλλαγές, που έχει να κάνει με το νόημα που δίνουν οι κοινωνίες μας στο φύλο και στους ρητούς και άρρητους κανόνες που διαμορφώνουν σχετικά με αυτό, αλλά και με το πώς έχουμε μάθει και μαθαίνουμε να πειθαρχούμε σε αυτές τις νόρμες. Φυσικά πολύ συχνά έχουμε καλούς λόγους για να πειθαρχούμε – δηλαδή ισχυρά δομημένους λόγους ή και καλές προθέσεις.

Η εμπειρίες ΕΒ έχουν να κάνουν, δηλαδή, με το πώς μαθαίνουμε ότι πρέπει να ενεργούμε στις διάφορες σχέσεις μας και στα διάφορα πλαίσια που συμμετέχουμε κοινωνικά με βάση το φύλο μας, ενώ παράλληλα οφείλονται στα διάφορα πολιτισμικά νοήματα που μαθαίνουμε και επιλέγουμε να αξιοποιούμε ενεργά κάθε μέρα, ώστε να είμαστε σωστές και έτσι να αποφεύγουμε την βία, την απόρριψη, τον κοινωνικό αποκλεισμό, το στίγμα και άλλες πολλές κοινωνικές συνέπειες – πολύ απλά για να προχωράμε την ζωές μας κανονικά αποφεύγοντας συγκρούσεις.

Η δεύτερη πρακτική που χρειάζεται να αποδομήσουμε και να καταργήσουμε είναι αυτή της παθολογικοποίησης. Αυτή είναι η πρακτική που χρωματίζει με όρους φυσιολογικού και παθολογικού όχι μόνο τα αίτια της ΕΒ αλλά και τις συνέπειές της. Είναι δηλαδή αυτή η πρακτική που μας κάνει λέμε ή να ακούμε να λέγεται ότι μια γυναίκα έρχεται αντιμέτωπη με την βία ή δεν μπορεί να αντιμετωπίσει επιτυχώς την βία ή γίνεται η ίδια βίαιη με τον θύτη όχι μόνο γιατί π.χ. έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση ή γιατί κουβαλάει χίλια δυο τραύματα από την παιδική της ηλικία αλλά και γιατί αυτή η χαμηλή αυτοεκτίμηση ή τα χίλια δυο τραύματα μπορούν να διαγνωστούν σήμερα ως κάποια ψυχική διαταραχή. Θεωρείται, δηλαδή, ότι είναι η ψυχική διαταραχή – που όπως πολύ συχνά, δυστυχώς, λέγεται στους κύκλους των ψ-ειδικών – που κάνει μια γυναίκα «να επιλέγει και να κάνει κακοποιητικές σχέσεις».

Ένας αστερίσκος, εδώ, για να πω το εξής: Το γεγονός ότι η παθολογικοποίηση στον σύγχρονο καπιταλισμό όλο και συχνότερα καθίσταται μια λύση ανάγκης για να μπορέσουμε αιτηθούμε ή να διεκδικήσουμε αυτονόητα κοινωνικά αγαθά έχει αποκτήσει και νόημα φεμινιστικά (με αυτό τον αντιφατικό τρόπο) με το Σύνδρομο της Κακοποιημένης Γυναίκας. Το ΣΚΓ ήρθε να αντικαταστήσει την θεωρία της «μαθημένης αβοηθησίας» που απέδιδε σε ατομικά/ ψυχολογικά χαρακτηριστικά την αδυναμία, όπως θεωρείται, των γυναικών να εγκαταλείψουν κακοποιητικούς συντρόφους, λέγοντας με άλλα λόγια ότι αίτιο αυτής της αδυναμίας για φυγή δεν είναι η μαθημένη από το παρελθόν αντίληψη των θυμάτων ότι δεν μπορούν ή ότι δεν έχει νόημα να αντιδράσουν στην βία αλλά η ίδια η κακοποίηση που αντιμετωπίζουν στην παρούσα σχέση. Στο σήμερα το ΣΚΓ παρότι παθολογικοποιεί τα θύματα με κάποιον τρόπο γίνεται ταυτόχρονα μέσο ώστε να μπορούν οι γυναίκες που σκότωσαν ή προκάλεσαν βαριά σωματική βλάβη σε εκείνον που τις κακοποιούσε να διεκδικήσουν ουσιαστικά ελαφρυντικά στις ποινές τους. Άνω τελεία και εδώ…

Για να περάσω και στην τρίτη κυρίαρχη πρακτική, αυτή της δευτερογενούς θυματοποίησης και της αντίστοιχης ενοχοποίησης του θύματος. Της πρακτικής δηλαδή που αντιλαμβάνεται τις γυναίκες που υφίστανται βία όχι μόνο ως θύματα απέναντι σε κάποιον θύτη ή απέναντι στην κακή λειτουργία των υποτιθέμενα υποστηρικτικών θεσμών αλλά και ως θύματα που παθητικά υποτάσσονται στην βία και δεν αντιδρούν τόσο ενεργητικά ώστε να την σταματήσουν ή να δραπετεύσουν από αυτή.

Αυτή η μορφή θυματοποίησης σχετίζεται και με την άμεση ή έμμεση την ενοχοποίηση του θύματος και επιζώσας όταν για παράδειγμα αυτή κατηγορείται επειδή δεν εγκαταλείπει μία κακοποιητική σχέση (* Συχνά, δε, γνωρίζουμε ότι οι γυναικοκτονίες συμβαίνουν όταν η γυναίκα αποφασίσει να εγκαταλείψει εκείνον που την κακοποιεί). Αυτό συχνά συμβαίνει παραγνωρίζοντας είτε ότι όσο οι γυναίκες υφίστανται βία άλλο τόσο αντιστέκονται καθημερινά σε αυτή με δύναμη και πυγμή, είτε ότι αντέχοντας την βία βοηθούν να συντηρηθούν ή να παραμένουν λειτουργικοί οι κυρίαρχοι θεσμοί των κοινωνιών μας, όπως η οικογένεια, με την παραδοσιακή τους δομή – επιδεικνύουν, δηλαδή, από μια σκοπιά μια βαθιά κοινωνική στάση. Πολύ απλά η πρακτικές της δευτερογενούς θυματοποίησης και της ενοχοποίησης του θύματος είναι αυτές που με πολύ κανονικοποιημένους καθημερινούς τρόπους (ακόμα και για τους κύκλους των γυναικών ή των φεμινιστριών δυστυχώς) αφαιρεί τον πρώτο λόγο από τις γυναίκες ως υπεύθυνων και λογικών ατόμων/ υποκειμένων που κάθε στιγμή αναγκάζονται και ταυτόχρονα ξέρουν και επιλέγουν τι θεωρούν καλύτερο για τις ζωές τους.

Αν λοιπόν αποδομήσουμε και καταργήσουμε κυρίαρχες πρακτικές όπως αυτές στις; οποίες μόλις αναφέρθηκα και δούμε την ΕΒ (*από την σκοπιά της σύγχρονης Κριτική φεμινιστικής ψυχολογίας) ως μια ευρύτερη κοινωνική πρακτική, η οποία συνδέει όλα τα πλαίσια της καθημερινής ζωής και στην οποία συμμετέχουμε όλες και όλοι και όλα καθημερινά τότε η οικοδόμηση του αγώνα ενάντια στην πατριαρχία αλλά και των προστατευτικών δομών πρέπει αφενός να συμπεριλαμβάνει ουσιαστικά τον λόγο των γυναικών ως ενεργών, λογικών και υπεύθυνων υποκείμενων και αφετέρου να στοχεύουν στην ανάπτυξη άλλων δύο βασικών ατομικών και συλλογικών πρακτικών: α) της αυτοσυνείδησης (self-consciousness raising) αλλά και β) της επαναστατικοποίησης (revolutionization) στην καθημερινή ζωή.

Με άλλα λόγια, στόχος για εμένα είναι να μην μείνουμε στην ανάγκη για προστασία των θυμάτων αλλά να περάσουμε στην ανάγκη για ριζοσπαστικές αλλαγές στον τρόπο που δομούμε καθημερινά τις κοινωνίες μας, αλλαγές που θα μας κάνουν να βγούμε έξω από τις κυρίαρχες πατριαρχικές και καπιταλιστικές νόρμες, αλλαγές που θα βασίζονται όχι μόνο στην προσωπική ενδυνάμωση και την αυτογνωσία αλλά και στην γνώση για την λειτουργία των κοινωνιών μας και τους άρρητους τρόπους με τους οποίους μαθαίνουμε να αναπαράγουμε ή συμμετέχουμε στην ΕΒ ως κοινωνική πρακτική.

Υπό αυτή την οπτική δεν χρειάζεται νομίζω άλλο να μελετήσουμε την χαμηλή αυτοεκτίμηση των γυναικών αλλά τα κοινωνικά, πατριαρχικά και καπιταλιστικά συμφέροντα– και τους τρόπους που μαθαίνουμε και αναγκαζόμαστε να τα θεωρούμε δικά μας – που υπάρχουν ώστε οι γυναίκες να μεγαλώνουν μαθαίνοντας είτε ότι είναι γυναικείο χαρακτηριστικό ή αρετή να είναι π.χ. «μαζεμένες» είτε ότι αν επιτελέσουν σωστά τον ρόλο της «μαζεμένης γυναίκας», εκείνης που δεν λέει όχι ή που έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση θα έχουν περισσότερες ευκαιρίες κοινωνικά, στην δουλειά τους, στο σπίτι, στις υπηρεσίες, στον έρωτα και αλλού είτε ότι θα θεωρούνται ή θα είναι πιο σωστές μητέρες, πιο φροντιστικές και άλλα. Να μελετήσουμε, δηλαδή, και να γνωρίσουμε αυτά τα κοινωνικά συμφέρονται που μεταφράζονται σε υποκειμενικούς λόγους για δράση, δηλαδή σε πραγματικές καθημερινές ανάγκες τις οποίες νιώθουμε ότι πρέπει ή «πρέπει» να καλύψουμε ώστε να καταφέρουμε να διατηρήσουμε χωρίς συγκρούσεις/ ειρηνικά (* άλλωστε στην πατριαρχία οι γυναίκες θεωρούνται από την φύση τους ειρηνευτικές δυνάμεις) την συμμετοχή μας στις κυρίαρχες κοινωνικές πρακτικές – ώστε να νιώθουμε κανονικές και κανονικοί, σωστές και σωστοί ανάλογα με τις κοινωνικές νόρμες.

Σε αυτό το πλαίσιο, καθόλου άσχετες φυσικά δεν είναι κυρίαρχες πρακτικές ψυχικής υγείας οι οποίες αποτελούν εν τη γενέσει του πρακτικές πειθάρχησης και προσαρμογής στις κυρίαρχες κοινωνικές νόρμες. Αλλά καθόλου επίσης άσχετη δεν είναι η εθνοκεντρική και μιλιταριστική λογική που με ρητούς ή άρρητους τρόπους θέλει να μας επιβάλλεται καθημερινά είτε μέσω της ίδιας της συμμετοχής της Ελλάδας στους διάφορους πολέμους και της κοινωνικής κατασκευής των αντρών για παράδειγμα ως εν δυνάμει ετοιμοπόλεμων μαχητών (fighters), είτε μέσα από την εκπαίδευσή μας στον διαρκή έλεγχο, την επιτήρηση και την υπακοή/ πειθαρχία.

Άρα, για εμένα εδώ σήμερα ίσως δεν έχει τόση σημασία να πω ότι χρειαζόμαστε καλύτερες ή περισσότερες δομές ψυχικής υγείας που θα λειτουργούν πιο φεμινιστικά και θα βοηθούν συμβουλευτικά ή θεραπευτικά τις γυναίκες θύματα και επιζώσες της ΕΒ αλλά να πω ότι για να αλλάξει η κοινωνική πρακτική της ΕΒ χρειάζεται ίσως να αλλάξουμε προτεραιότητες στην καθημερινή ζωή, να δοκιμάσουμε να βγούμε έξω από αυτό που κυρίαρχα εννοείται ως κανονικό (και δη σε σχέση με το φύλο), να πειραματιστούμε με πιο ριζοσπαστικές, τρελές αν το θέλετε και επαναστατικές λογικές, πέρα από το παραδοσιακό τρίπτυχο πατρίς – θρησκεία – οικογένεια. Από τον τρόπο που μεγαλώνουμε τα παιδιά μας μέχρι τον τρόπο που συμμετέχουμε και αγωνιζόμαστε πολιτικά ενάντια στα διάφορα μέτωπα του σύγχρονου εκφασισμού των κοινωνιών.

Αυτό, για κανέναν λόγο, δεν σημαίνει ότι οι γυναίκες που δεν έχουν αλλάξει ακόμα κάνουν κάποιο λάθος. Μόνο ότι για να αλλάξουν τα πράγματα κοινωνικά ίσως δεν φτάνει μόνο το να προσαρμοζόμαστε στις κυρίαρχες κοινωνικές νόρμες, αλλά χρειάζεται μάλλον να πάμε και πέρα από αυτές. Από αυτή την Κριτικο-ψυχολογική σκοπιά δεν αποκτά νόημα μόνο η επίλυση συγκρούσεων που μπορεί να είναι λειτουργική αλλά και η ίδια η σύγκρουση αυτή καθαυτή που μπορεί να είναι χειραφετητική. Για κάποιες γυναίκες ή και φεμινίστριες δε, μπορεί να αποκτά νόημα ακόμα και η ίδια η βία ως στρατηγική επιβίωσης ή απευλευθέρωσης.

Σκέψεις με αφορμή την συζήτηση που ακολούθησε

Είναι τόσο εντυπωσιακό να συζητάμε τόσο δύσκολα θέματα που μας αφορούν προσωπικά με όλους του τρόπους του κόσμου και μετά να είμαστε καλά. Περίπου δέκα μέρες μετά, νιώθω τυχερή που μπόρεσα να συμμετάσχω σε μια τέτοια εκδήλωση. Τρεις εισηγήτριες που μιλούν από κοινές αλλά και διαφορετικές θέσεις αντικρίζοντας τον τίτλο της εκδήλωσης. Τρεις εισηγήτριες άγνωστες μεταξύ τους, που δεν γνωρίζει η μία τι έχει να πει η άλλη. Τρεις οπτικές που βρέθηκαν να συνδιαλλαγούν με τόσες άλλες άγνωστες οπτικές και εμπειρίες, με την ίδια αγωνία από την αρχή μέχρι το τέλος. Το ίδιο βασανιστικό ερώτημα: τι κάνω όταν η έμφυλη βία μου χτυπάει την πόρτα;

Διάλογοι και σκέψεις που κράτησαν μέχρι τις 11μμ, κούραση, και έναν νόημα ατελείωτο για να βρεθεί εκείνη η απάντηση που θα μας γλιτώσει όλες και όλα και όλους.

Δύσκολά δίνω εκείνες τις απαντήσεις που δεν μπορούν να αποτελέσουν εχέγγυα. Δύσκολα απαντάω ότι το «κράτος δεν έχει συμφέρον να μας βοηθήσει». Δύσκολα απαντάω ότι χρειάζεται δύσκολος αγώνας.

Ετοιμάζομαι για μια ακόμα φιμωμένη απογοήτευση. Προετοιμάζομαι για τραύματα που ξυπνούν και αρχίζουν να φωνάζουν ότι είναι δύσκολο ακόμα και να μιλήσουμε για την έμφυλη βία. Τίποτα, όμως, δεν είναι δεδομένο. Η απάντηση χτίζεται.

Αυτο-οργάνωση άκουσα να λέμε αρκετές φορές και με πολλούς τρόπους. Με φίλες και φίλους και συντρόφια και γονείς ή γειτόνισσες ή συνεργάτισσες. Με λίγες ή πολλά. Όπως «οι κατίνες μου»1. Είμαστε μόνες αλλά ξέρουμε να επιβιώνουμε. Είμαστε μόνες αλλά έχουμε την δυνατότητα να αγωνιστούμε όλες μαζί.

***

Ενδεικτική Βιβλιογραφία

Ballinger, A. (2005). ’Reasonable’ Women Who Kill: Re-Interpreting and Re-defining Women’s Responses to Domestic Violence in England and Wales 1900-1965. Outlines. Critical Practice Studies, 7(2), 65–82. https://doi.org/10.7146/ocps.v7i2.2104

Beebeejaun, Y. (2017). Gender, urban space, and the right to everyday life, Journal of Urban Affairs, 39:3, 323-334, DOI: 10.1080/07352166.2016.1255526

Das, Veena, Violence, Gender, and Subjectivity. Annual Review of Anthropology, Vol. 37, October 2008, Available at SSRN: https://ssrn.com/abstract=1141308

Dekel, B. & Andipatin, M. (2016). Abused women’s understandings of intimate partner violence and the link to intimate femicide. Qualitative Social Research, 17(1): Art. 9

Elias J, Rai SM. Feminist everyday political economy: Space, time, and violence. Review of International Studies. 2019;45(2):201-220. doi:10.1017/S0260210518000323

Garcia, M. (2021). We Are Not Born Submissive: How Patriarchy Shapes Women’s Lives. Princeton University Press. https://doi.org/10.2307/j.ctv16rdchd

Hammerlin, Y. (2019). A Life in My Father’s Violence: A critical essay (from a victim’s perspective).

Holmes, M. (2008). Gender and Everyday Life (1st ed.). Routledge. https://doi.org/10.4324/9780203929384

O’Connor, F.B. (1999). The female face in patriarchy : oppression as culture. East Lanching, Mich.

Pedersen, B. M., & Stormhøj, C. (2019). Subjects in Gendered Constellations of Spiralling Disempowerment: Situated Personal Meanings of Rape and other Forms of Sexualized Coercion. Annual Review of Critical Psychology (Online), 16, 1108-1141. http://thediscourseunit.files.wordpress.com/2019/12/1108.pdf

Salkvist, R. S., & Pedersen, B. (2008). Subject subjected – Sexualised coercion, agency and the reorganisation and reformulation of life strategies. Outlines. Critical Practice Studies, 10(2), 70–89. https://doi.org/10.7146/ocps.v10i2.1974

Illouz, E. (2019). Γιατί πληγώνει ο έρωτας (μτφρ. Διονύσης Παπαδουκάκης). Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου.

Irene, (2023). Ο φεμινιστικός τρόμος (μτφρ. Νίκος Μαρούπας). Εκδόσεις των Συναδέλφων. Αθήνα.

Ilouz E, & Kaplan, D. (2022). Τι είναι το σεξουαλικό κεφάλαιο (μτφρ. Διονύσης Παπαδουκάκης). Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου.


1  Ντοκυμαντέρ για την ιστορία της Αυτόνομης Ομάδας Γυναικών Θεσσαλονίκης, που έδρασε την περίοδο 1985-1995.

No comments yet

Σχολιάστε