Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μαθησιακές δυσκολίες: τίς πταίει;

13, Σεπτεμβρίου, 2009

rubikΜπορεί ένα παιδί που δεν έχει φοιτήσει ποτέ στο σχόλειο να αντιμετωπίζει μαθησιακές δυσκολίες;  Το ερώτημα είναι ανάλογο του εάν η πτώση ενός δέντρου στην έρημο προκαλεί θόρυβο.    Στο κλασικό αυτό ερώτημα, το οποίο χρησιμοποιείται στα εγχειρίδια βιοψυχολογίας προκειμένου να καταστεί σαφής η διαφορά ανάμεσα στο φυσικό και το φυσιολογικό γεγονός του ήχου, η απάντηση είναι ότι για να θεωρήσουμε τα κύματα του αέρα ήχο, θα πρέπει αυτά να γίνουν πρώτα αντιληπτά.   Με ανάλογο τρόπο για να διαφανούν οι μαθησιακές δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένα παιδί, θα πρέπει πρώτα το παιδί να έρθει αντιμέτωπο με το σχολείο, και δη την κυρίαρχη μη διαφοροποιημένη εκπαιδευτική πρακτική.

Αν έτσι είναι τα πράγματα, πόσο βοηθά ο όρος «μαθησιακές» προκείμενου να δούμε  τις δυσκολίες αυτές στην πραγματική – δηλαδή, στην αναποφευκτα ψυχοκοινωνική τους διάσταση; Πόσο ο όρος αυτός βοηθά ώστε να αναλογιζόμαστε την ευθύνη του εκπαιδευτικού συστήματος και των κοινωνικών πολιτικών για την παροχή ίσων ευκαιριών μάθησης σε όλα τα παιδιά ανεξάρτητα από το αν ανήκουν σε ειδικές ομάδες διαγνωσμένες με τη μία ή την άλλη δυσκολία.

Για το παιδί που μαθαίνει, το σχολείο είναι όπως το νερό για το ψάρι. Η ύπαρξή του ξεχνιέται, θεωρείται φυσική. Έτσι και τα φαινόμενα, όπως η μάθηση, που μεσολαβούνται απ’ το σχολείο δεν καθορίζονται μόνο από τη «φύση» του παιδιού, αλλά και από τη «δεύτερη φύση» του που γίνεται το σχολείο. Στο πλαίσιο αυτό, εμείς ως κοινωνικοί επιστήμονες, θέλοντας να βοηθήσουμε στην απενοχοποίηση και την αποπαθολογικοποίηση των μαθητών/τριών οι οποίοι παρουσιάζουν τέτοιου είδους ιδιαιτερότητες, προτιμούμε να προβληματιζόμαστε σχετικά με τις συνυποδηλώσεις και τις συνέπειες της μιας ή της άλλης οπτικής.  

Οι συγκεκριμένοι μαθητές ούτε φταίνε, ούτε ανεπαρκείς είναι εξαρχής, ακόμα κι αν δεχτούμε ότι κάποιο – έστω μικρό – ποσοστό των περιπτώσεων που φέρουν την συγκεκριμένη διάγνωση εμφανίζουν διαφορές στην δομή του εγκεφάλου. Μπορεί όμως να «πέσουν» στα μάτια των άλλων – συνομηλίκων, γονιών, εκπαιδευτικών – όταν οι δομές της κοινωνίας, όπως το σχολείο, η οικογένεια και η αγορά εργασίας, δυσκολεύονται ή αδυνατούν να εντάξουν το διαφορετικό. Το να δούμε την μαθησιακή δυσκολία ως μια εγγενή – δηλαδή εκ γενετής – διαφορετικότητα, που αν τις δοθούν οι κατάλληλες ευκαιρίες και δυνατότητες έχει τις ίδιες πιθανότητες επιτυχίας είναι άλλο από το να δούμε τη μαθησιακή δυσκολία ως μια εγγενή μειονεξία έναντι των περισσοτέρων υπολοίπων.  Στην πρώτη περίπτωση το άτομο αναγνωρίζεται και γίνεται αποδεκτό ως ισότιμο, στην δεύτερη περίπτωση το άτομο γίνεται αντικείμενο θετικής ή αρνητικής διάκρισης με τις αντίστοιχες ψυχοκοινωνικές συνέπειες.

Στη βάση των παραπάνω προβληματισμών, κατανοώ τις «μαθησιακές δυσκολίες» σημαίνει ότι:

  • αναγνωρίζω την δυσκολία του σχολείου, πια, ως υποπεδίου της κοινωνίας να εντάξει και να δώσει ισότιμες δυνατότητες ανάπτυξης και μόρφωσης σε μαθητές με λιγότερο ή περισσότερο διαφορετική εγκεφαλική δομή, με μεγαλύτερους ή μικρότερους μαθησιακούς περιορισμούς.
  • δεν μένω στην διαφορετικότητα της δομής του εγκεφάλου ή στις διαφοροποιημένες μαθησιακές λειτουργίες, αλλά εξετάζω το νόημα που λαμβάνουν οι διαφορές αυτές για τον/ην μαθητή/τρια, τον εκπαιδευτικό, τον γονιό, το εκπαιδευτικό σύστημα και την κοινωνία.
Advertisement
No comments yet

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Αρέσει σε %d bloggers: