Κριτικές Ψυχολογίες
Σημείο σύγκλισης όλων των «κριτικών ψυχολογιών» αποτελεί – εκτός από την αντιπολιτευτική θέση τους απέναντι στην κυρίαρχη πειραματική-στατιστική προσέγγιση της ψυχολογίας – η προγραμματική έμφαση που δίνουν στην μελέτη του ενεργού υποκειμένου και της σχέσης ατόμου και κοινωνιακού πλαισίου ως γνωστικού αντικειμένου της ψυχολογίας. Το υποκείμενο δεν μπορεί να εννοηθεί, χωρίς την προθετική του αναφορά στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένου και του βιόκοσμού του. Το υποκείμενο ορίζεται, εδώ, ως το κατεξοχήν αντικείμενο της ψυχολογίας αποτελούμενο από κάποια συστατικό μέρη: τοποθέτηση του προσώπου σ’ένα χωροχρονικό, ταξικό και πολιτισμικό πλαίσιο (personal situatedness), προθετική δράση, ιστορικότητα του ψυχισμού και του πλαισίου του, διαμεσολάβηση του ψυχισμού εντός των κοινωνιακών διαδικασιών. Ο Grauman τονίζει ότι η «προθετική σχέση προσώπου-περιβάλλοντος» και όχι το άτομο ως μονάδα μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο των ψυχολογικών αναλύσεων (Held, 2005).
Τέτοιες προσεγγίσεις, οι οποίες αν και δεν χαρακτηρίζονται από ομοιογένεια και ούτε αποτελούν ενιαίες σχολές ψυχολογίας, έχουν, όμως, να επιδείξουν συνέχεια στον χρόνο – παρόλο που συχνά βρίσκονται στο περιθώριο της ακαδημαϊκής Ψυχολογίας – είναι: η Πολιτισμική Ψυχολογία, η Πολιτική Ψυχολογία, η Ψυχολογία της Δραστηριότητας, η Γερμανική Κριτική Ψυχολογία, η Ψυχολογική θεώρηση της Δράσης, η Ψυχολογία του Λόγου, η Φαινομενολογική Ψυχολογία, η Κονστρουκτιβιστική Ψυχολογία και η Ποιοτική Ψυχολογία (Held, 2005).